ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σμέουρο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σμέουρο

málna◼◼◼

σμέουρο (zméouro) , βατόμουρο (vatómouro)

málna◼◼◼