ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σκοπεύω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σκοπεύω

szándék◼◼◼

cél

céloz

szándékozik

tervez

κατασκοπεύω

kém

kémkedik