ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ρεύομαι (-τώ) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ρεύομαι (-τώ)

böfög

ονειρεύομαι (-τώ)

álmodik

ονειροπολώ (-ήσω), ονειρεύομαι (-τώ)

álmodozik

παντρεύομαι (-τώ)

házasodik