ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ραδιενεργός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ραδιενεργός

radioaktív◼◼◼

ραδιενεργός απορρύπανση

radioaktív szennyezésmentesítés

ραδιενεργός απορρύπανση/ραδιοαπολύμανση

radioaktív szennyezésmentesítés

ραδιενεργός εκπομπή

radioaktív emisszió

ραδιενεργός ιχνηθέτης/ραδιενεργός τροχιοδεικτική ουσία

radioaktív nyomjelző izotóp

ραδιενεργός μόλυνση

radioaktív szennyezés◼◼◼

ραδιενεργός ουσία

radioaktív anyag

ραδιενεργός ρύπος

radioaktív szennyezőanyag