ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ρίζωμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ρίζωμα

gyökértörzs◼◼◼

gyökér

rizóma

ρίζα/ρίζωμα

gyökér