ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

π.χ. σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
π.χ.

pl.

π.Χ.

i. e.

π.χ. (παραδείγματος χάριν)

pl. (például)