ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πυρετός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
Πυρετός

Láz◼◼◼

πυρετός (pyretós)

láz◼◼◼

πυρετός (ο)

láz◼◼◼

πυρετός της άνοιξης

szénanátha

αφθώδης πυρετός (afthódis pyretós)

száj- és körömfájás

ο πυρετός

láz◼◼◼