ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πρωτεύον σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πρωτεύον

főemlős◼◼◼

πρωτεύον κλειδί

elsődleges kulcs

πρωτεύοντα

főemlősök

Πρωτεύοντα θηλαστικά

Főemlősök◼◼◼