ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πρακτικά σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πρακτικά

jegyzőkönyv◼◼◼

gyakorlatilag◼◼◻

feljegyzés◼◻◻

emlékeztető◼◻◻

perc