ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πρέπει να εξασκηθώ / κάνω εξάσκηση στην οδήγηση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πρέπει να εξασκηθώ / κάνω εξάσκηση στην οδήγηση

gyakorolnom kell a vezetést