ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πονάω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πονάω

fáj

πονάω πολύ

mindenem fáj

πονάει η πλάτη μου / πονάω στην πλάτη

fáj a hátam