ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

περίττωμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
περίττωμα

fekália

kaki

ürülék

περίττωμα ζώου/ζωογενές απέκκριμα

állati ürülék