ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

περίθαλψη σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
περίθαλψη

kezelés◼◼◼

segítség◼◼◻

gyógyítás◼◻◻

ιατρική περίθαλψη

betegségi biztosítás

κλάδος υγειονομικής περίθαλψης

egészségügyi hivatás

υγειονομική περίθαλψη στους χώρους εργασίας

munkaegészségügy