ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πελαργός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πελαργός

gólya◼◼◼

eszterág

Πελαργός

Gólyafélék

πελαργός (pelargós)

gólya, eszterag (rare)

Μαυροπελαργός

Fekete gólya

ο πελαργός

gólya