ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πεζοπορία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πεζοπορία

gyaloglás◼◼◼

séta◼◻◻

túrázás

διαδρομή πεζοπορίας

túraút