ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

παζάρι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
παζάρι

bazár◼◼◼

piac

παζαρεύω (-ψω), κάνω παζάρι

alkudozik