ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

πάσα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
πάσα

engedély◼◼◼

tölt◼◻◻

átad

μου σπάσανε το αμάξι

feltörték az autómat

μπάσα

basszus

πας (πάσα, παν)

minden