ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ομόλογο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ομόλογο

kötvény◼◼◼

kötelezettség◼◻◻

kötés

Ομόλογο

Kötvény◼◼◼

kötvény◼◼◼