ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

οικογενειακή μονάδα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
οικογενειακή μονάδα

háztartás

οικογενειακή μονάδα/νοικοκυριό

háztartás