ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ξυλεία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ξυλεία

fa◼◼◼

faanyag◼◼◼

erdő◼◻◻

épületfa◼◻◻

δάσος ξυλείας

(vágás)érett erdő

προϊόν ξυλείας

fatermék