ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ξηρική καλλιέργεια σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ξηρική καλλιέργεια

öntözés nélküli

öntözés nélküli (száraz) gazdálkodás