ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ξεχωριστός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ξεχωριστός

külön◼◼◼

különálló◼◼◻

egyedi◼◻◻

(főnév) ξεχωριστός-ή-ό, (határozószó) χώρια, ξεχωριστά

külön