ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ξένος (-η-ο) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ξένος (-η-ο)

idegen

ξένος-η-ο, αλλοδαπός-ή-ό, külföldi út ταξίδι στο εξωτερικό

külföldi