ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

νεφέλωμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
νεφέλωμα

csillagköd

nebula

Νεφέλωμα

Csillagköd

νεφέλωμα (neféloma)

nebula

Νεφέλωμα Καρκίνος

Rák-köd