ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

να βάλω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
να βάλω

felvenni

να βάλω γάλα;

kérsz tejet hozzá?

να βάλω ζάχαρη;

kérsz cukrot hozzá?

θα ήθελα να βάλω δέκα λίρες

10 fontot szeretnék rátenni

πόσες ζάχαρες να βάλω;

háy cukrot kérsz?