ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

νήπιο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
νήπιο

csecsemő◼◼◼

baba

bébi

gyerek

kisbaba

βρέφος/νήπιο

gyerek

νηπιαγωγείο / νήπιο

óvoda