ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

μουσακάς (ο, tsz. μουσακάδες) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
μουσακάς (ο, tsz. μουσακάδες)

muszaka, rakott padlizsán