ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

μικρό σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
παραμικρό

a legkisebb dologért is

παραμικρός

legcsekélyebb: με το

συνήθισα να με φωνάζουν Βασιλάκη από μικρός

hozzászoktam, hogy már kiskorom óta Lacikának hívnak

το (βαπτιστικό/μικρό) όνομα

keresztnév

το μικρόβιο

bacilus

12