ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

μετενσάρκωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
Μετενσάρκωση

Lélekvándorlás

μετενσάρκωση

reinkarnáció

újjászületés