ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

μέτωπο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
μέτωπο

front◼◼◼

eleje◼◼◻

homlok◼◻◻

arcvonal

homlokzat

μέτωπο (métopo)

homlok◼◼◼

αντιμέτωπος

szemben◼◼◼

το μέτωπο

homlok◼◼◼