ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λύκειο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λύκειο

gimnázium

középiskola

líceum

(alsószintű középiskola) το γυμνάσιο, (felsőszintű középiskola) το λύκειο

gimnázium

γυμνάσιο – λύκειο

középiskola

μορμολύκειο

maszk

álarc