ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λουτρό σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λουτρό

fürdő◼◼◼

fürdés◼◻◻

kád◼◻◻

fürdőszoba

mosdó

vécé

το ιαματικό λουτρό

gyógyfürdő