ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λεύκα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λεύκα

nyárfa◼◼◼

nyár◼◻◻

szil

λεύκανση

mosás◼◼◼

tisztítás/mosás

διαδικασία λεύκανσης

fehérítés