ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λευκός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λευκός

fehér◼◼◼

λευκός καρχαρίας

fehér cápa◼◼◼

nagy fehércápa◼◼◼

λευκός νάνος

fehér törpe

Λευκός Οίκος (Lefkós Oíkos)

Fehér Ház

το σπίτι, Fehér Ház ο Λευκός Οίκος

ház