ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λίγος (-η-ο) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λίγος (-η-ο)

kevés

(kicsi) μικρός-ή-ό, (kevés) λίγος (-η-ο)

kis