ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λήπτης σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λήπτης

címzett◼◼◼

átvevő◼◼◼

fogadó◼◻◻

δανειολήπτης

kölcsönző

ο παραλήπτης

címzett◼◼◼

παραλήπτης

címzett◼◼◼

fogadó◼◼◻

átvevő◼◻◻

befogadó

ρευματολήπτης

csatlakozó◼◼◼