ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κόλαση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κόλαση

csehenem

dzsehennem

pokol

Κόλαση

pokol

Pokol

Κόλαση (Kólasi)

pokol