ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κρεμώ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κρεμώ

felfüggeszt

lóg

κρεμώ (-άω, -άσω)

akaszt

felakaszt

κρεμώδης

krémes◼◼◼