ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κοντσέρτο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
Κοντσέρτο

Versenymű

κοντσέρτο

hangverseny

koncert

η συναυλία, το κοντσέρτο

koncert