ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κινέζικο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κινέζικο

kínai◼◼◼

κινέζικος

kínai

κινέζικος (kinézikos)

kínai