ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κιμωλία/φυσικό ανθρακικό ασβέστιο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κιμωλία/φυσικό ανθρακικό ασβέστιο

kréta