ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

καύσιμο οικιακής χρήσης σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
καύσιμο οικιακής χρήσης

háztartási tüzelőanyag◼◼◼