ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κατσίκι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κατσίκι

gida

gyerek

hülyít

kecske

kölyök

megviccel

viccel

το κατσίκι

kecske