ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κατοικίδιο (ζώο) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κατοικίδιο ζώο

háziasított/szelídített állat

κατοικίδιο (ζώο)

kedvenc háziállat