ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

καρέκλα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
καρέκλα

hely◼◼◼

fenék

székhely

ülés

ülőhely

ηλεκτρική καρέκλα

villamosszék

κουνιστή καρέκλα

hintaszék

Το ιστορικό σας