ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

καλάμι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
καλάμι

nád◼◼◼

bambusz◼◼◼

horgászbot◼◼◻

bot

lábszár

sípcsont

ερασιτεχνική αλιεία/ψάρεμα με καλάμι

horgászat