ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

θαλάσσιος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
θαλάσσιος

tenger◼◼◼

θαλάσσιος ίππος

rozmár◼◼◼

θαλάσσιος ίππος (thalássios íppos)

rozmár◼◼◼

θαλάσσιος ελέφαντας

elefántfóka

θαλάσσιος οργανισμός

tengeri szervezet/organizmus