ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

θα χρειαστεί να δουλεύω βάρδιες; σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
θα χρειαστεί να δουλεύω βάρδιες;

kell váltóműszakban dolgoznom?