ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ζωγραφιά σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ζωγραφιά

festmény

festészet

kép

η ζωγραφιά, (művész munkája) ο πίνακας

festmény