ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ζωγραφίζω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ζωγραφίζω

döntetlen

ecsetel

festék

húz

lefest

megfest

rajzol

ζωγραφίζω (-σω)

fest